- ἀναδέδρομε
- ἀνα-δέδρομε: see ἀνατρέχω.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
ἀναδέδρομε — ἀνατρέχω run back perf imperat act 2nd sg ἀνατρέχω run back perf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λισσός — Τοπωνύμιο της αρχαιότητας. 1. Πόλη και λιμάνι της Κρήτης, επίνειο της Υρτακίνης ή της Ελύρας. Βρισκόταν στον μυχό του κόλπου του Αγίου Κυριακού, όπου σώζονται και ερείπια θεάτρου. 2. Παραλιακή πόλη της Ιλλυρίας, η ακρόπολη της οποίας ονομαζόταν… … Dictionary of Greek